απολογητικός

απολογητικός
-ή, -ό (AM ἀπολογητικός, -ή, -όν)
κατάλληλος για απολογία
νεοελλ.
1. σχετικός με την απολογία
2. το θηλ. ως ουσ. ἡ Ἀπολογητική
ο τομέας της Συστηματικής Θεολογίας που αποβλέπει στη δικαίωση της χριστιανικής πίστης με την επισήμανση της αξιοπιστίας της και την αντίκρουση των αιτιάσεων και κατηγοριών εναντίον της.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀπολογητικός — suitable for defence masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απολογητικός — ή, ό 1. αυτός που έχει να κάνει με την απολογία: Η στάση που πήρε στην υπόθεση αυτή ήταν καθαρά απολογητική. 2. αυτός που συντάχθηκε για υπεράσπιση: Ορισμένοι χριστιανοί συγγραφείς έγραψαν σημαντικά απολογητικά έργα. 3. το θηλ. ως ουσ., η… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀπολογητικόν — ἀπολογητικός suitable for defence masc acc sg ἀπολογητικός suitable for defence neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητικοῖς — ἀπολογητικός suitable for defence masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητικοῦ — ἀπολογητικός suitable for defence masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητική — ἀπολογητικός suitable for defence fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητικήν — ἀπολογητικός suitable for defence fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητικῶς — ἀπολογητικός suitable for defence adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπολογητικῷ — ἀπολογητικός suitable for defence masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ГРИГОРИЙ БОГОСЛОВ — [Назианзин; греч. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ Ναζιανζηνός] (325 330, поместье Арианз (ныне Сиврихисар, Турция) близ Карвали (ныне Гюзельюрт), к югу от г. Назианза, Каппадокия 389 390, там же), свт. (пам. 25 янв., 30 янв. в Соборе Трех святителей; пам …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”